Κι αύριο είναι πρωί – μα εμείς σήμερα θα καλπάσουμε προς τις κρυψώνες του ήλιου, προς τις σπαθωτές φιλίες των υποσχέσεων που έστησαν κιόσκια μες στη μέση της χαράς κι υψώνοντας τις φλόγες σαν τ’ αλαφριά κορμιά της καλοσύνης, θα ξαφνιάσουμε τις θαρραλέες σφενδόνες του οίστρου μιας ωκεανογραφίας
[Από το ελάχιστο φτάνεις πιο εύκολα οπουδήποτε. Μόνο που ’ναι πιο δύσκολο. Κι από το κορίτσι που αγαπάς επίσης φτάνεις, αλλά θέλει να ξέρεις να τ’ αγγίζεις οπόταν η φύση σου υπακούει. Κι από τη φύση – αλλά θέλει να ξέρεις να της αφαιρέσεις την αγκίδα της. Έτσι μπορεί να νιώσει κανείς την παρουσία της ηδονής ως μέσα στις κόρες των ματιών του, των ματιών του που ρέουνε από την πλάτη του έρωτα]
Διόνυσος- αποσπάσματα (από τη συλλογή ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ, Ίκαρος 1940)
Είναι μια μαγική φωτιά που ανοίγει τα ριπίδια των βουνοπλαγιών
μέσα στα εμβρόντητα ταξίδια μας,
είναι μια χαίτη που κεντρίζεται
απ’ την τυχερή κατηφοριά των λαγκαδιών μιας νεότητας
γυαλίζοντας τις αιχμηρές ματιές μας
όταν αναφλέγονται οι χιτώνες όλοι της εκστάσεως των εσπερίων παρθένων,
όταν οι μνήμες εκπυρσοκροτούν
και βγαίνουν από τα μικρά παράθυρά τους υάκινθοι
σε ρέουσες πεδιάδες που γητεύουν τα σουραύλια μεθυσμένων επιθυμιών…
Όταν οι ώρες έρχονται που αγάπησαν τις ώρες μας
σπινθηροβολώντας στις παλάμες γυναικών
που ωράισαν τη διαύγεια
σαν οι κόλποι ανοίγουνε κρυφό σφυγμό
κι από τον κάθε χτύπο τους ένα κορίτσι βγαίνει τραγουδώντας μύρτα…
Σκούνες γοργές του πόθου
εξιστορήσετε το πέλαγος με ρόχθο και άνεμο
για να πλεύσει κατά δω,
στα πεζούλια των άστρων, μια αιωνιότητα!
Ω σα θα μας ντύσουν οι ώρες το δικό τους ρίγος
κι θα υψωθεί απ’ τον τέτοιον ύμνο το ενθουσιασμένο παρανάλωμα των κορμιών
που κερδίζουν το αίμα τους σκύβοντας ολονυχτίς
στις ρίζες της Χίμαιρας,
όλος ο κόπος θα στάζει σε διαμάντια
κι οι βηματισμοί των πόθων
θα φλέγονται στις καυτερές αφές του γήινου κόσμου.
Γιατί τρεμίσαμε τα βλέφαρα της κάθε μας συγκίνησης
μέσα σε πανδαιμόνιο βόμβων και χρωματισμών.
Κι αύριο είναι πρωί –
μα εμείς σήμερα θα καλπάσουμε προς τις κρυψώνες του ήλιου
και θα προσφέρουμε τις ώρες μας προσάναμμα στην αποφασισμένη προέλαση
που ήβραν οι ώρες μας και πάλεψαν σώμα με σώμα
ώσπου να λάμψει ο Έρωτας
που μας παίρνει και μας ξαναδίνει
σαν παιδιά μες στην ποδιά της Γης!
Κι ας παν τα τραύματα της λύπης σ’ άλλο μούχρωμα,
ας κρυφτούν οι κύκνοι των ευαισθησιών
μεσ’ στη χλωρίδα μιας ψιθυρισμένης οάσεως
πέρα απ’ το ακρωτήρι της καλής ανταύγειας,
εκεί που φλέγονται τα αισθήματα που όλα τα στήθη σφίγγουν,
ακατανίκητα έπαθλα μιας καθαρής ζωής.
Τα οργώματα της λεβεντιάς είναι για θούρια πρασινάδας
λυγισμένης με άνεμο και λόγο!
[επιλογές λέξεων από ποιητικές συλλογές του Οδυσσέα Ελύτη, για να μας ΞΥΠΝΗΘΕΙ ΤΟ ΕΝΣΤΙΚΤΟ ΤΟΥ ΩΡΑΙΟΥ, που ολοένα με απίθανες χειρονομίες δρα… Γιατί όντας αρνητικό του ονείρου φαινόμαστε μαύροι και άσπροι και ζούμε τη φθορά πάνω σε μιαν ελάχιστη πραγματικότητα. Γι’ αυτό φεύγα ζαρκάδι, Πόθε κοντά στη λύτρωσή σου φεύγα ζωή σαν κορυφογραμμή]