Quantcast
Channel: ΑΛΧΗΜΕΙΑ ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΕΩΝ: το ελάχιστο μέτρο να σε ψάχνω όχι να σε βρω
Viewing all articles
Browse latest Browse all 58

Σταυρούλα Γάτσου, Σ’ αυτό το κρεβάτι όμως γυμνή κοιμάται η αλήθεια

$
0
0
Στο δωμάτιο δύο σώματα χορεύουν στο φως άνιση μάχη, «ανταρσία»  φωνάζουν ευθείς οι φαρισαίοι
«λάθος, λάθος, τίποτε δεν αλλάζει και δεν θα αλλάξει ποτέ»… Είναι βράδυ είναι καλοκαίρι πρόλαβε το ηλιοβασίλεμα και κάθισε επάνω στο λαιμό σου. Εκεί.  Γνώρισα τον παράδεισο φίλε μου. Εκεί τρέφεται η ζωή. Γύμνια.  Σκαρφαλώνω τον ώμο σου τη μέρα κυνηγώ με νύχτα ξέμπαρκος ευπαθής αποκαμωμένος. Τίποτε άλλο δεν μετράει. Κάθε λεπτό παραμονής στην κόλαση  δεν υποφέρεται φίλε μου.



-Ι-
έζησα κάποτε ανάμεσα στα πόδια μιας γυναίκας
μια εξάρτηση σεξουαλική
ένα πάθος
παιχνίδια υποταγής την μέρα
να την εκδικούμαι τη νύχτα στο κρεβάτι της συχνά
πυκνά να παίζει κρυφτό με τα βαμπίρ της
Καθωσπρέπει
να την ρουφάνε να την υποτάσσουν
να με βάζει να κοιτώ
να με θυμώνει
κι έτσι τη νύχτα ν’ απαντώ
Να με βασανίζει
να τρελαίνομαι
να κοιμάμαι στο πάτωμα
αντιπερισπασμός.
Να μου κάνει κόλπα ασύλληπτα
να μου ανοίγει τα πόδια της ή την καρδιά της
τιμωρία να με βάζει να παίζω κι εγώ να μην
επιθυμώ
Να φοβάται
να την αγαπώ
να με πονά να της ζητώ
κι άλλο

Να πεινώ να διψώ
να σηκώνω τα χέρια μου να την χτυπώ,
Να την φτύνω, να την υποτιμώ, να φεύγω κάθε τόσο
κι ας φωνάζει σ’ αγαπώ
επιστρέφοντας
σφιχτά να την σφίγγω στο σώμα μου
να με διώχνει τότε με θυμό
το ποντίκι στη φάκα εκείνη
κι εγώ το σκυλί του παβλόφ
είπε.
-II-  
Βουβό το θαύμα της αιχμαλωσίας
των λέξεων
ήχος υπόκωφος
ένα κανάτι, τυρί, μια καρέκλα, ένα ποτήρι νερό
η νύχτα στον έρωτα. Εσύ, εγώ.

Το σώμα αιωρείται

σκιές πτωμάτων αλυσοδεμένα
στο σκοτάδι «δεν υπάρχει έλεος»  λένε
να μου θυμίζουν το σισύφειο έργο μου
κι εγώ να φωνάζω ο σίσυφος είναι νεκρός
να με βρίσκει η αυγή να του γράφω ωδές
«είναι τρελός»

Τις θλιβερές εκείνες ημέρες από ανάγκη
καίω στο σώμα σου
μεγάλες λαμπάδες

-III-  
Πιστεύω στη δόνηση των χεριών σου ημέρα Σάββατο
Να πέφτω στο στρώμα να σέρνομαι να ανασαίνω
Να κυριαρχείς να σε ποθώ να σ’ αποφεύγω
να επιστρέφω στο σώμα σου να σ’ αναπνέω
Να υποτάσσομαι πνεύμα κι από ηδονή
να ελευθερώνονται οι άκρες των δακτύλων σου
σε κάθε γωνία
σε κάθε γυμνή σπιθαμή πιστεύω τη νύχτα
το θάνατο τη ζωή
να σου γυρίζω την πλάτη και να με ψάχνεις
χωρίς ντροπή

το σώμα σου βάρκα η βάρκα λιμάνι
κρεβάτι, αφή. Γυμνό κορμί δέντρο
με πλατιά μεγάλα κλαδιά
πλατάνι
καλοκαίρι διψώ
το σώμα πεινώ
ψωμί στο στόμα μου εσύ
και σε θωρώ
ελάχιστα να με παρακινείς
σ’ ευχαριστώ

σώμα και χείλη
σπίθα ρυθμός
στα μικρά σου τα δάκτυλα θύτης
αιχμάλωτος θύμα στον ουρανό.

Κι η αλήθεια, ευτυχισμένη ερωμένη,
γυρίζει στους δρόμους.
Στα γόνατα,
«Νεκροθάφτη» φωνάζει
είμαι ζωντανή.
 
-V- 
σε αυτό το κρεβάτι όμως κοιμάται η αλήθεια
γυμνή κοιμάται η αλήθεια
ψέλλισε

μπλέκεται στα σπάργανα σαν βρέφος
λούζεται σε μπακιρένιες κολυμβήθρες
σπαρταράει ψάρι στα κύματα
ανασταίνεται άγιο θέρος

μάτωσε
μαύρος, ανάπηρος

Με λεηλάτησαν κι άλλοι σαν χώμα
Μα, αντιστάθηκα. Βρήκα το σκοτάδι
κατοικώ τη μέρα
κι όλο περπάτησα το λιβάδι τ’ ουρανού
έζησα τη μεταφορά της βροχής
τη νύχτα το στρώμα της ενοχής

Βρήκα τις λέξεις να σαπίζουν στο ντουλάπι
με τα ανοιξιάτικα
βροχή πολλή. Στάλες μικρές
μικρές στάλες
άβυσσος το θηρίο
βροχή
απελπισία

«δώσε !» φώναξα.
Κι έπαιζε το ακορντεόν ένα βαθύ ταγκό

σπάμε τη σιωπή κι ανοίγουμε πόρτες
αέρας μπαίνει βγαίνουν ψυχές
μετέωρες βεντάλιες
αναμμένες φωτιές
λαλιές και χρόνια
ανθρώπων κλειστές

σπάμε σιωπή
σπάργανα πέτρες
βάφουμ’ ολημερίς
Σπάμε.
τη σιωπή σπάμε.

Κι ανοίγουνε πόρτες
βγαίνουν ψυχές
Αναμμένες πελώριες υπέροχες φωτιές
Ανοίγουμε πόρτες αέρας μπαίνει
λευτεριά.

Αδιαλείπτως
στη ζωή μας όλη
σπάμε  σιωπές.

 
[ΠΗΓΗ: Ποιήματα από το βιβλίο της Σταυρούλας Γάτσου
«Εργαλεία πολέμου για τους αιχμάλωτους του έρωτα» -

που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Σαιξπηρικόν με εικόνα ΓΥΜΝΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ανάμεσα στις λέξεις του ποιήματος: Munch]

Viewing all articles
Browse latest Browse all 58

Trending Articles