ΗΛΙ, ΗΛΙ λαμά σαβαχθανί, Θεό δεν έχουν οι ουρανοί; Τρεις μέρες μόνον άντεξε του Τάφου το σκοτάδι, μα μια ζωή εγώ χωρίς δικό σου χάδι (αντί ευχών επίκαιρα αποσπάσματα από την ΠΑΡΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑΦΙΟΥ του Ιωάννη Κυριαζή – Εκδόσεις ΚΟΝΙΔΑΡΗ )
[Έμεινα ακίνητος να κοιτώ. Τότε κατάλαβα: ήμουν εγώ μέσα στον Τάφο! Και θαμμένη μέσα μου εσύ… Κι εκατοντάδες Χριστοί με συνόδευαν. Στο δικό μας Ερωτάφιο. Σ’ αυτή τη μοναδική ΠΑΡΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑΦΙΟΥ. Μία μικρή Παρασκευή που το κερί σου χύνει από ηδονή το δάκρυ του στα δάχτυλά σου… Κλείνεις μες την παλάμη σου το τρέμουλο της φλόγας μα εγώ στο φόρεμα κοιτώ το φέγγισμα της ρώγας…]
(τρίτο) ΕΓΚΩΜΙΟ
Ω, στέμμα του Απρίλη, Ερωτοκράτορ Έαρ,
Βασίλειο των δακρύων…
μέσα στην τόση δίνη της ομορφιάς οδύνη
πόση μπορώ ν’ αντέξω;
Ω, μύρο μου χυμένο, χαμένο χελιδόνι,
πώς Άνοιξη θα φέρεις;
Ουρανοθαλασσάκι μου και Ηλιοφεγγαράτη,
φιληδοφωλιά μου!..
Γυμνή σε είδα μόνο σε ουρανοκαταρράκτες
να πνίγεσαι γαλήνια.
Το χέρι μου σου απλώνω, μα ο βυθός του ύπνου
σε καταπίνει πάντα…
Πού φως τώρα να χύσεις και ποιου ουράνιου θόλου
να σε φθονούν τ’ αστέρια;…
Σκαμνί έχω το παρόν μου, σκαμνί το παρελθόν μου
και για κλαδί το μέλλον.
Χρόνε, ψυχρέ προδότη, Ιούδα Ισκαριώτη,
να σε κρεμάσω θέλω!
Σ’ ό,τι κι αν αγαπήσω, μαθαίνεις πώς να δώσει
φιλί της προδοσίας.
Μα όμως δεν σ’ αντέχει ούτε κι αυτό – για σκέψου!
και σπάει το σκοινί μου.
Ερωτοκτόνε Χρόνε, ως πότε θα διαβάζω το Δυσαγγέλιο σου;…
(κι απ’ το τρίτο) ΠΕΖΟ λίγες λέξεις
Το περιβραχιόνιο του πένθους άρχισε να σφίγγει περισσότερο το μπράτσο της Μεγάλης Παρασκευής.
Αισθάνομαι ξένος μέσα στο πλήθος
Κουνώ μηχανικά τα πόδια, για να μην με ποδοπατήσουν.
Ο Σταυρός μπροστά γέρνει λίγο αριστερά –σαν να συγχώρεσε τον αμαρτωλό ληστή.
Το κερί μου από αιώνες σβηστό.
Φυσάει ένα αεράκι κι αναρριγούν τα άνθη του Επιταφίου, λες και σαλεύει από κάτω του ο νεκρός.
Μία στιγμή μου φάνηκε να περπατά δίπλα μου αναστημένος, με μια φλόγα στο χέρι. Τα ρούχα Του λευκά, όπως κι όλων των άλλων. Το πρόσωπό Του καθησυχαστικό. Μου χαμογέλασε: «Θα σε ξαναδώ στην Ανάστασή σου»,μου είπε και προχώρησε βιαστικά μαζί με τους άλλους….
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΜΕΓΑΛΗ, ΠΑΣΧΑ, αγκαλιασμένοι οι πιστοί κι όλοι ψάλλουν ΕΡΩΣ ΑΝΕΣΤΗ ΕΚ ΝΕΚΡΩΝ: Μέσα στο γλυκασμό του πένθους περνάς από μπροστά μου και ρουφώ το μαύρο οξυγόνο των μαλλιών σου. Γονατίζω, να μη δω τα μάτια που με αποκαθήλωσαν. Με σηκώνεις σαν το Λάζαρο απ’ τον Τάφο, κουρασμένο απ’ τις τόσες αναστάσεις του. Σήμερον κρεμάται επί του στήθους σου ο Εσταυρωμένος στο αλυσιδάκι του. Το κερί σου χύνει από ηδονή το δάκρυ του στα δάχτυλά σου. Φυσάει και σκορπούν τα λουλούδια του φουστανιού σου… φυσάει και πετούμε αγκαλιασμένοι πιο ψηλά κι απ’ τα αστέρια που ’γίναν φλόγες, πιο ψηλά κι απ’ το Θεό που δεν πίστευε το θαύμα… Μα ο αέρας ξάφνου σταματά, τ’ αστέρια ξανακαρφώνονται στη θέση τους, οι καμπάνες πάλι πένθιμα ηχούν, ο νεκρός επιστρέφει στο Μεγαλοβδόμαδό Του και οι δυο πέφτοντας από ψηλά –Θεέ μου, γιατί μ’ εγκατέλειψες;… ακούμε ν’ αντηχεί σ’ όλη τη Γη το «Τετέλεσται».
εκτεταμένα αποσπάσματα από την ΠΑΡΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑΦΙΟΥ του Ιωάννη Κυριαζή με κλίκ στον παρακάτω σύνδεσμο