Ετούτος και ο άλλος δρόμος σ’ έπαιρνε το κατόπι μες στους ίσκιους σπάζοντας την πόρτα μας μπαίνοντας βγαίνοντας ψάχνοντας ο αντίχριστος για θηλυκό μια νεραντζιά μια προσευχή με τις πλεξούδες κρυμμένη στα στρωσίδια
[Μα πού είναι λοιπόν τα τόξα που μας ξέσκισαν τον νου; Δεν υπάρχουν ξίφη για άλλες πληγές; Πού πήγαν λοιπόν οι άγγελοι; Τόσο πολύ προσπεράσαμε τα κυανά όνειρα των φτερών τους; Ποιο κορυφαίο σπόνδυλο απ’ τη σιωπή δεν έχουμε; Σφαγμένη εντός μας μια ερώτηση δεν λέει να σωπάσει. Αρχέγονο εργαλείο πλειστόκαινο μια κοφτερή προεξοχή στο πάθος μου, απλώνει ο χρόνος στο λιθόστρωτο… Πού θα πιάσει ρίζα αυτό το σπέρμα; Εντός μου η νύχτα ταξιδεύει στα ύφαλα του ονείρου]
Περίληψη Οδύσσειας (από την ποιητική συλλογή ΔΙΗΓΗΣΗ)
Το άλλο πιο γιαννιώτικο πιο λεπτοδουλεμένο
έλεγα περίτεχνο πως θ’ άναβε
κατάστηθα της ώχρας σαν εικονομάχος.
Πάνω σ’ αυτό σπάνε με το σεισμό οι ουσίες
κι ορμούνε τα νέα ονόματα:
γιαλός γυαλί αλίαρτος
οι κουπολάτες ρεμάλια λαιστρυγόνων
τις ξέρει πούθε μιλημένοι
του χαμού χύνονται του ναύκληρου
σε λίγο γύφτικα καρφιά πλάι στα μηλίγγια
του οι κάργιες
όσο να λύσουν τις πρυμάτσες πουλάνε
τ’ αζιμούθια δίχως εντόσθια οι Φοίνικες…
Κι ο άλλος
τι κατάρτι θε μου ανάμεσα της σιωπής
τι φθισικός και τι αμίλητος
ακόμη του Λαέρτη ο γιος
για ένα νησί τα μάτια του πικρά του απήγανου
για κάτι άπιαστο του νου που λέει
δεν έπεσε με κουρσεμούς
ούτε με Τροίες και με Πρίαμους και φεύγει
κατά που μήτε Αχαιοί μήτε κουπιά
πορεία
ή γλάρος.
Ετούτος και ο άλλος δρόμος (από την ποιητική συλλογή ΔΙΗΓΗΣΗ)
Εφέτος της ευαισθησίας
πάλι πεινώντες γυμνητεύοντες.
Ριγωτός του πρώην σεισμού συλλάβιζε
τα βήματά σου
ετούτος και ο άλλος δρόμος
σ’ έπαιρνε το κατόπι μες στους ίσκιους
σπάζοντας την πόρτα μας μπαίνοντας
βγαίνοντας
ψάχνοντας ο αντίχριστος για θηλυκό
μια νεραντζιά μια προσευχή με τις πλεξούδες
κρυμμένη στα στρωσίδια
ω να ’τρεχαν τ’ αδέλφια της να πρόφταιναν.
Εγώ κρατιόμουνα απ’ το σκοτάδι με μια
πρόκα όπως το πισσόχαρτο
εσύ και από τη θύμηση νερού πιο λίγος.
Κήτος ανήκουστο και πεντέξι χαλίκια
είναι ό,τι απόμεινε απ’ όσα λέγαμεν εχθές
που πάλι ουρανός επάφλαζεν ανάμεσό μας.
[επιλογές λέξεων από ποιητικές συλλογές του Έκτοτα Κακναβάτου, σε σένα που ποιος ξέρει πόσες φορές η λατρεία σου θα μου γίνει γέφυρα να περάσω απ’ την άβυσσο στο καυτερό γήινο αίμα. Και μόνο το βήμα μένει κατά σένα, το ελάχιστο μέτρο να σε ψάχνω, όχι να σε βρω. Σου φωνάζω: «σ’ όλα τα στέρνα κάρφωσε το φως κι ύστερα τίποτα πια εξόν το νόημά σου»]